Στένωση Καρωτίδων και Εγκεφαλικό: Οι Διαφορές σε Άνδρες και Γυναίκες
Σύμφωνα με μελέτες, τα εμφράγματα και τα εγκεφαλικά επεισόδια ευθύνονται για το 85% των κρουσμάτων που σχετίζονται με καρδιοαγγειακές παθήσεις. Είναι σημαντικό να εξετάσουμε τη στένωση της καρωτιδικής αρτηρίας, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε εγκεφαλικό επεισόδιο τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες. Παρά τη διαφορά φύλου, τα συμπτώματα και τα χαρακτηριστικά της πλάκας που σχηματίζεται στην καρωτίδα μπορεί να διαφέρουν σημαντικά.
Η βιολογική διαφοροποίηση έχει σημαντική επίδραση στην ανάπτυξη της καρωτιδικής στένωσης, καθώς και στην αθηροσκλήρωση και τον συνολικό καρδιοαγγειακό κίνδυνο. Αυτοί οι παράγοντες επηρεάζονται επίσης από την ηλικία και την εμμηνόπαυση.
Οι άνδρες συνήθως αναπτύσσουν καρδιοαγγειακά νοσήματα νωρίτερα και εμφανίζουν πλάκες πλούσιες σε λιπίδια με υψηλότερο ποσοστό αιμορραγίας. Αντίθετα, οι γυναίκες, πιθανώς λόγω των προστατευτικών επιδράσεων των προεμμηνοπαυσιακών ορμονών, εμφανίζουν συχνότερα καρωτιδική στένωση αργότερα στη ζωή τους, με διάβρωση της πλάκας να είναι πιο κοινή.
Η κατανόηση των διαφορών σε στένωση της καρωτίδας μεταξύ των φύλων είναι ζωτικής σημασίας για την πρόληψη και την αντιμετώπιση των καρδιοαγγειακών παθήσεων. Μια νέα μελέτη χρησιμοποίησε μονοκυτταρική RNA αλληλουχία για να αναλύσει τα κύτταρα από καρωτιδικές πλάκες που συλλέχθηκαν κατά τη διάρκεια χειρουργικών επεμβάσεων για την αφαίρεση αποφράξεων από τις αρτηρίες του λαιμού και σε άνδρες και σε γυναίκες.
Η προηγμένη βιοπληροφορική ανάλυση απαίκτυσε σημαντικές διαφορές στην υποκυτταρική σύνθεση των καρωτιδικών πλακών βάσει του φύλου. Παρά τις ελάχιστες διαφοροποιήσεις σε κύριους τύπους κυττάρων όπως τα λεία μυϊκά κύτταρα, τα μακροφάγα και τα ενδοθηλιακά κύτταρα, οι γυναίκες παρουσίαζαν περισσότερα οστεογενετικά λεία μυϊκά κύτταρα και ενδοθηλιακά κύτταρα που μετατρέπονται σε μεσεγχυματικά. Από την άλλη πλευρά, οι άνδρες εμφάνιζαν περισσότερα λεία μυϊκά κύτταρα που θύμιζαν χονδροκύτταρα και μακροφάγα που συμμετέχουν στην αναδιάρθρωση ιστών.
Η μελέτη επισημαίνει ότι η κατανόηση των μοριακών μηχανισμών και των γονιδιακών ρυθμιστικών δικτύων που σχετίζονται με τις αθηρωματικές πλάκες μπορεί να οδηγήσει στην αναζήτηση πιθανών θεραπευτικών στόχων που να είναι ειδικοί για το κάθε φύλο. Η διερεύνηση του βιολογικού φύλου ως κρίσιμης μεταβλητής στην αθηροσκλήρωση είναι αναγκαία για μια πιο ολοκληρωμένη κατανόηση της νόσου.
Η σωστή κατανόηση των διαφορών μεταξύ των φύλων μπορεί να συμβάλλει στη βελτίωση της πρόβλεψης του κινδύνου, στη διασφάλιση ακριβέστερης διάγνωσης και στην ανάπτυξη εξατομικευμένων και αποτελεσματικών στρατηγικών πρόληψης και θεραπείας τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες. Αυτές οι γνώσεις είναι κρίσιμες για τη μείωση των κινδύνων που συνδέονται με την καρωτιδική στένωση.
Τα ευρήματα της μελέτης δημοσιεύθηκαν στο επιστημονικό περιοδικό Nature Cardiovascular Research.